Πατερικά Κείμενα
Μεγάλου Βασιλείου
Τα έξοδα των πλουσίων (κεφ. 5) από τον λόγο «Πρός τούς πλουτούντας»
[PG 31, 277-303]
Πατερικά Κείμενα
[PG 31, 277-303]
Αλλά θεωρείς τον εαυτό σου φτωχό κι εγώ συμφωνώ. Γιατί φτωχός είναι εκείνος που στερείται πολλά. Και πολλούς από σας τους κάνει φτωχούς η αχόρταγη επιθυμία. Στα δέκα τάλαντα προσπαθείς να προσθέσεις άλλα δέκα κι όταν γίνουν είκοσι, πασχίζεις για άλλα τόσα κι αυτό που προστίθεται πάντοτε δεν σταματάει την ορμή σου, αλλά ανάβει την όρεξη. Γιατί, όπως ακριβώς στους μέθυσους η προσθήκη του κρασιού γίνεται αφορμή να πίνουν, έτσι και οι νεόπλουτοι αποκτώντας πολλά, επιθυμούν περισσότερα και με αυτό που προστίθεται τρέφουν την αδυναμία τους που καταντάει στο αντίθετο η φροντίδα τους. Διότι όσα έχουν, κι είναι πολλά, δεν τους ευχαριστούν αντίθετα, τους στεναχωρούν όσα τους λείπουν, όσα φυσικά αυτοί υποθέτουν πως τους λείπουν, με αποτέλεσμα να λιώνει πάντοτε η ψυχή τους από τις φροντίδες, αφού όλα και προσπαθούν για περισσότερα.
Κανονικά θα έπρεπε να ευφραίνονται και να ‘ναι ευχαριστημένοι, επειδή είναι τόσο πολύ εύποροι αυτοί, όμως, δυσφορούν και υποφέρουν διότι υστερούν σε σύγκριση με ένα ή δύο υπερπλουσίους. Όταν φτάσουν αυτόν τον πλούσιο, αμέσως σκοτώνονται να εξισωθούν με τον πλουσιότερο κι αν φτάσουν κι αυτόν, τότε μεταφέρουν την προσπάθεια στον άλλο. Όπως εκείνοι που ανεβαίνουν τις σκάλες, σηκώνουν πάντοτε το βήμα τους προς το παραπάνω σκαλοπάτι και δεν σταματούν προτού να φτάσουν στο ψηλότερο σκαλί, έτσι κι αυτοί δεν σταματούν την ορμή της επικράτησης, μέχρι που, αφού υψωθούν, καταστραφούν πέφτοντας από ψηλά.
Το πτηνό που τρώει τις ακρίδες, ο Δημιουργός των όλων το έκανε αχόρταγο, για το καλό των ανθρώπων. Εσύ, όμως, για την βλάβη των πολλών κατάντησες την ψυχή σου αχόρταγη. Όσα το μάτι βλέπει, τόσα ο πλεονέκτης επιθυμεί. Το μάτι δεν θα δει ποτέ αρκετά για να χορτάσει (Εκκλ. 1, 8) και ο φιλάργυρος δεν θα κορεστεί απ’ το να παίρνει. Ούτε ο άδης είπε ποτέ αρκεί, ούτε ο πλεονέκτης είπε ποτέ αρκεί (Παροιμ. 27, 30. 30, 16).
Ο πλεονέκτης είναι κακός γείτονας στην πόλη, κακός και στα χωράφια. Η θάλασσα ξέρει τα όριά της κι η νύχτα δεν ξεπερνά την παλιά οροθεσία. Ο πλεονέκτης, όμως, δεν σέβεται το χρόνο, δε γνωρίζει όρια, δεν ανέχεται τη σειρά της διαδοχής, αλλά μιμείται την ορμή της φωτιάς τα πάντα αρπάζει, σε όλα εξαπλώνεται. Κι όπως τα ποτάμια, ξεκινώντας πρώτα από μικρή πηγή, ύστερα σιγά σιγά με τις προσθήκες, αφού μεγαλώσουν υπερβολικά, παρασύρουν με την ορμητική τους δύναμη κάθε εμπόδιο, έτσι κι αυτοί που έφτασαν να αποκτήσουν μεγάλη δύναμη. Παίρνοντας δύναμη από τους ήδη καταπιεσθέντες για να αδικούν ακόμη περισσότερο, υποδουλώνουν και τους υπόλοιπους μ’ αυτούς που αδικήθηκαν προηγουμένως και γίνεται γι’ αυτούς η άδικη περιουσία αυξημένη δύναμη. Διότι όσοι προηγουμένως είχαν αδικηθεί, προσφέροντας σ’ αυτούς αναγκαστικά τη βοήθεια, συμπράττουν στις ζημιές και στις αδικίες των άλλων.
Ποιός γείτονας, ποιός συγκάτοικος, ποιός συναλλασσόμενος δεν παρασύρεται; Τίποτε δεν αντιστέκεται στη δύναμη του πλούτου• όλα υποκύπτουν στην τυραννία, όλα ζαρώνουν μπροστά στην καταδυνάστευση, (κι έτσι) καθένας απ’ τους αδικημένους έχει κάθε λόγο να προσπαθεί να μη πάθει χειρότερο κακό, παρά να επιδιώξει να δικαιωθεί για όσα έπαθε… Αν αντιμιλήσεις σε χτυπάει• αν κλαις δυνατά, σε καταγγέλλει ότι τον βρίζεις, είσαι σε δίκη, θα κλειστείς στη φυλακή• οι συκοφάντες είναι έτοιμοι να βάλουν τη ζωή σου σε κίνδυνο. Θα προτιμούσες να δώσεις κάτι άλλο, προκειμένου να γλιτώσεις απ’ τους μπελάδες.
Μετάφραση: Ευάγγελος Π. Λέκκος, Κλήμεντος του Αλεξανδρέως- Μεγάλου Βασιλείου, Περί Πλούτου, Εκδόσεις Λύχνος, 2003, 79-82.
Μαρτύρων Βυζαντινού, Μαξίμου, Νικήτα του Γότθου και των συν αυτώ, Πορφυρίου. Νεομάρτυρος Ιωάννου του Κρητός (†1811). Βησσαρίωνος Α` και Βησσαρίωνος Β`, των εν Λαρίση (†1490-1541) και Νικήτα του εν Χύτροις. Οσίων Γερασίμου Μακρυνίτσης. Μελετίου και Φιλοθέου πρεσβυτέρου, του θαυματουργού. Συμεών, αρχιεπισκόπου Θεσ/κης (†1429).