Χαιρετισμός Μητροπολίτου κ. Γαβριήλ στην παρουσίαση του βιβλίου του κ. Νίκου Κακαδιάρη με τίτλο: «ΝΕΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΟ στη Βυζαντινή τέχνη»
Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου 2017
Μιλώντας κάποιος σήμερα για την «βυζαντινή τέχνη», αυτομάτως ο νους του περιστρέφεται τόσο γύρω από την πλούσια και μακραίωνη ιστορία και πολιτισμική προσφορά του Βυζαντίου, αφού μιλάμε για έναν πολυσήμαντο πολιτισμό, ο οποίος παρήγαγε αριστουργήματα σε όλα τα πεδία του πνεύματος και της τέχνης, όσο και γύρω από τον καθοριστικό ρόλο που το Βυζάντιο διαδραμάτισε στην πνευματική ωρίμανση της Ευρώπης και κατά συνέπεια ολόκληρου του κόσμου, μέσω της πολιτιστικής παραγωγής του, όπως για παράδειγμα της βυζαντινής ζωγραφικής.
Πράγματι, η βυζαντινή τέχνη αποτελούσε και συνεχίζει να αποτελεί ένα άξιο πεδίο μελέτης, αφενός μεν γιατί μας βοηθά να κατανοήσουμε καλύτερα την κλασική τέχνη, αφού η βυζαντινή τέχνη εμφορείται από το ελληνικό πνεύμα, επιτρέποντάς μας να πλησιάσουμε την σύγχρονη έκφραση της τέχνης, αφετέρου δε για την καθοριστική επίδρασή της στη μεσαιωνική τέχνη της Δύσεως μέχρι και την εποχή της Αναγέννησης. Αποτελεί δε αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα ότι ο δυτικός πολιτισμός δεν θα ήταν δυνατόν να υπάρξει στη σημερινή του μορφή, αν προηγουμένως δεν είχε αφομοιώσει τα σπουδαία διδάγματα του Χριστιανισμού, που πρώτο το Βυζάντιο τα αξιοποίησε, επιτελώντας ένα έργο διαχρονικό χάρις στο ελληνικό του πνεύμα.
Βεβαίως, η σχέση Βυζαντίου και Δύσης δομείται πάνω σε μία δημιουργική πρόσληψη. Η βυζαντινή τέχνη δεν έχει ούτε τον υπέρμετρο κατακορυφισμό ούτε τον εξπρεσσιονισμό της γοτθικής τέχνης. Παρά τον υψηλό της χαρακτήρα, είναι μετρημένη, ήρεμη, ιδεαλιστική, ώστε να μπορεί κανείς να πει ότι πραγματικά κρατά τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά του αρχαίου ελληνικού πνεύματος, σε μία ιστορική και πολιτιστική συγκυρία, όπου η κλασική έκφραση ανυψώνεται και προβάλει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της μέσα στην καινούργια πραγματικότητα της τέχνης.
Η αφορμή λοιπόν για τον σημερινό προβληματισμό και για την αποψινή συνάθροιση είναι το παρόν αξιόλογο και ενδιαφέρον πόνημα ενός σπουδαίου ζωγράφου αλλά και πολυγραφότατου συγγραφέα, του κ. Νίκου Κακαδιάρη με τίτλο: «Νεωτερικότητα & Μενταμοντέρνο στη βυζαντινή τέχνη».
Η νεωτερικότητα και το μενταμοντέρνο, όπως πολύ εύστοχα θίγει ο συγγραφέας, αποτελεί σήμερα πεδίο αντιθέσεων, αφού οι μεν υποστηρικτές του νεωτερικού κατηγορούν τους δε υπέρμαχους του μεταμοντέρνου ως συντηρητικούς. Ο μεταμοντερνισμός αρνήθηκε τις παραδοσιακές διακρίσεις, αντέδρασε στις καθιερωμένες ιεραρχίες και κατήργησε τα γνωστά έως τότε πρότυπα της υψηλής τέχνης. Από την άλλη, η νεωτερικότητα επέτρεψε την αποσύνθεση του χώρου και θεμελιώθηκε πάνω στη βία έναντι του Άλλου . Πάνω σε αυτές τις «κατηγορίες» οι οπαδοί των αντιπάλων στρατοπέδων τέχνης στηρίζουν την επιχειρηματολογία τους.
Ο συγγραφέας όμως με τη μελέτη αυτή έρχεται να δώσει ένα ουσιώδες στοιχείο: ότι η βυζαντινή τέχνη υπήρξε απόρροια μιας ριζικής αλλαγής των αξιών.
Ο συγγραφέας δεν αρκείται σε μία απλή καταγραφή της ιστορικής εξέλιξης και πορείας της θρησκευτικής ορθόδοξης τέχνης της ζωγραφικής. Μέσα σε 250 περίπου σελίδες εξετάζονται τα ιστορικά, κοινωνικά και πολιτιστικά εκείνα πλαίσια μέσα στα οποία εξελίχθηκαν οι εκφάνσεις της βυζαντινής ζωγραφικής και συνάμα εκτίθεται με εντυπωσιακά μεθοδικό τρόπο η διαδρομή της ελληνικής τέχνης από τους αρχαίους χρόνους προς τη διαμόρφωση της στους κλασικούς. Μία τέχνη επί τόσους αιώνες παραγνωρισμένη. Ο συγγραφέας, επισημαίνοντας παράλληλα τόσο τα νεωτερικά, όσο και τα χαρακτηριζόμενα ως «μεταμοντέρνα» στοιχεία, φωτίζει με τρόπο συστηματικό όψεις της τέχνης που γοητεύουν και διδάσκουν με την πλούσια σύνθεσή τους.
Δεν υπάρχει αμφιβολία, όπως πολύ σωστά αναφέρει, ότι η τέχνη των Βυζαντινών κατέχει περίοπτη θέση σε παγκόσμια και διαχρονική κλίμακα, κυρίως ως θρησκευτική ζωγραφική. Βεβαίως, η υπεροχή αυτή δεν οφείλεται πουθενά αλλού παρά στο γεγονός ότι η ίδια αποτελεί έκφραση της ορθοδόξου πνευματικότητας και απορρέει μέσα από την δογματική αλήθεια της Ορθοδόξου Πίστεως. Χαρακτηρίζεται δηλαδή από ένα βαθύτατα πνευματικό χαρακτήρα και περιεχόμενο, θέτοντας σε δεύτερη μοίρα ή και περιφρονώντας ακόμη την ύλη με την επίπεδη απεικόνιση, την αυστηρότητα των μορφών και το υψηλό δογματικό της περιεχόμενο.
Οι πολλές έγκριτες διασταυρωμένες πηγές που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας, η επαρκής σχετική βιβλιογραφία σε συνδυασμό με την πλούσια εικονογράφηση του βιβλίου με έγχρωμες και ασπρόμαυρες φωτογραφίες, με εικόνες βυζαντινές, μνημείων, τοπίων και έργων τέχνης, με την αντίστοιχη πάντοτε επεξήγηση που τις συνοδεύουν, καθιστούν το έργο εύληπτο, και ταυτόχρονα γοητευτικό, ικανό να εξάψει και να κεντρίσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη, οδηγώντας τον σε μία «υπαπαντή» αλλά και σε μία μοναδική γνωριμία με την παγκόσμια Τέχνη διαχρονικά.
Υπό το πνεύμα αυτό, επιτρέψτε μου όπως εκφράσω θερμά τα ειλικρινή μου συγχαρητήρια στον κ. Νίκο Κακαδιάρη για το αξιόλογο αυτό πόνημα, ο οποίος μέσα από μία μεθοδική και εμπεριστατωμένη προσέγγιση καινοτομεί και εξυψώνει τη βυζαντινή ζωγραφική στο χώρο της υψηλής τέχνης. Άλλωστε, μέσα από την ανάγνωση του βιβλίου μπορεί κανείς εύκολα να διακρίνει τόσο το μέγεθος της ακατάπαυστης αγάπης του για την Τέχνη, όσο και τον βαθύτατο σεβασμό του προς την αξία και ιστορικό πλούτο της βυζαντινής τέχνης.
Τέλος, θα ήθελα επίσης να απευθύνω τις ευγνώμονες ευχαριστίες μου στον ίδιο προσωπικά, στον Ιωνικό Σύνδεσμο αλλά και στις Εναλλακτικές Εκδόσεις για την σημερινή αφορμή και για την ιδιαιτέρα τιμητική πρόσκληση να παρίσταμαι απόψε εδώ.
Εύχομαι δε ολόψυχα το βιβλίο του να συμβάλλει στην ουσιαστικότερη μελέτη αλλά και βαθύτερη συνειδητοποίηση της χαράς και της υπερηφάνειας που προσφέρει ο πολιτισμός και το μεγαλείο της τέχνης του Βυζαντίου.
Σας ευχαριστώ!