Όσιος Νικάνωρ ο θαυματουργός
Ο Όσιος Νικάνωρ γεννήθηκε στα 1491 μ.Χ. στην Πρωτεύουσα της Μακεδονίας την Θεσσαλονίκη. Οι γονείς του Ιωάννης και Μαρία ήταν ευσεβείς και κατοικούσαν στην συνοικία του Αγίου Μηνά. Όλη η πόλη των Θεσσαλονικέων καλοτύχιζε και επαινούσε τους γονείς του Αγίου τόσο για τον πλούτο τους όσο και την ευγένεια τους, αλλά κυρίως για την πίστη και την αρετή που τους διέκρινε. Ήταν ελεήμονες και σπλαχνικοί και η ζωή τους έργο αγάπης προς τους πάσχοντες αδελφούς. Όμως ο Θεός ήθελε να τους δοκιμάσει με προσωρινή ατεκνία. Στείρα σαν την Αγία Άννα η μητέρα του οσίου Νικάνορα. Κάθε μέρα προσευχόταν στην εκκλησία του Αγίου Μηνά να τους δώσει ο Θεός ένα παιδί για παρηγοριά. Οι προσευχές, οι νηστείες, οι αγρυπνίες των γονέων του εισακούσθηκαν από τον Κύριο μας και Θεό μας και κατά την ώρα που η ευσεβής γυναίκα προσευχόταν στο Θεό στο Ναό του Αγίου Μηνά της απεκαλύφθη το θέλημα του Κυρίου: «Εισήκουσε ο Θεός τας δεήσεις σου ω γυνή ως ποτέ της χήρας Άννης και έλυσε τα δεσμά της στειρώσεως σου μόνο πορεύου εις τον οίκον σου και θέλεις συλλάβεις και γεννήσεις Υιών όστις θέλει γίνει δοχείον καθαρόν του Παναγίου Πνεύματος και πολλούς θέλει εισάγει εις τον Κύριον δια της αγγελικής αυτού και εναρέτου διαγωγής». Έτσι, ως Θείο δώρο ήρθε στον κόσμο ο Νικόλαος (αυτό ήταν το κοσμικό όνομα του αγίου) και οι γονείς του τον παρέδωσαν σ΄ ένα ευσεβή δάσκαλο να του μάθει τα Ιερά γράμματα.
Ο νεαρός Νικόλαος ευφυής στο νου σε λίγο χρονικό διάστημα απέκτησε μεγάλη ευχέρεια περί τα εκκλησιαστικά και αγάπη για την εκκλησία του Χριστού όπως όλοι οι άγιοι. Από μικρός κατάλαβε την κλήση του Θεού μοναδικός του πόθος ήταν να μονάσει και να γίνει μιμητής των οσίων πατέρων της εκκλησίας μας. Ήθελε σ’ όλη του τη ζωή να υπηρετήσει ολοκληρωτικά ψύχη τε και σώματι τον Κύριο. Γι’ αυτό περνούσε τη ζωή του με νηστείες, αγρυπνίες και προσευχές. Σε μικρή ηλικία χάνει τον προσφιλή πατέρα του και μένει με τη μητέρα του. Η ευσεβής του μητέρα μη γνωρίζοντας τον πόθο του παιδιού της ήθελε να τον παντρέψει με κάποια ενάρετη κοπέλα και ενώ από τη μια μεριά ο όσιος ποθούσε να εγκαταλείψει κάθε τι εγκόσμιο και να μονάσει, να αφιερωθεί εξολοκλήρου στον Θεόν. Από την άλλη όμως δεν ήθελε να στενοχωρήσει και τη μητέρα του, γι αυτό ανέβαλε συνεχώς την πραγματοποίηση της επιθυμίας του να γίνει μοναχός.
Ο Θεός που προνοεί τα πάντα ύστερα από ορισμένο χρονικό διάστημα πήρε την μητέρα του από τον κόσμο και έτσι άνοιξε ο δρόμος για ν’ ακολουθήσει ο Νικόλαος τη μοναχική ζωή. Χωρίς να χάσει καιρό μοίρασε την πατρική του περιουσία στους φτωχούς και τα ορφανά και ενώ μπορούσε να λάβει αξιώματα λόγω της επιφανούς θέσεως των γονέων του, τα θεώρησε όλα αυτά σκύβαλα μπροστά στη μεγάλη του αγάπη προς το Χριστό. Ελεύθερος πλέον από κάθε φροντίδα του κόσμου γίνεται μοναχός με το όνομα Νικάνωρ. Ως μοναχός πολλαπλασίασε τα χαρίσματα που του δώσε ο Θεός.
Η φήμη που απέκτησε έφθασε στον Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης ο οποίος τον χειροτόνησε διάκο και πρεσβύτερο με σκοπό να τον κάνει διάδοχο του. Ως κληρικός της Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης ο Νικάνωρ επέδειξε μεγάλο ζήλο και η προσφορά του ήταν αξεπέραστη. Η ώρα όμως είχε φθάσει για εκείνο που τον είχε προορίσει ο Θεός. Σε μια από τις νυχτερινές του προσευχές και ενώ ικέτευε με θερμά δάκρυα τον Θεό άκουσε φωνή από τον ουρανό να του λέγει: «Νικάνωρ έξελθε εκ της γης σου και εκ της συγγενείας σου και πορεύου εις το Καλλίστρατου όρους και αγωνίσου εκεί καλώς και εγώ θα είμαι μαζί σου να σε διαφυλάττω όλες τις ημέρες της ζωής σου και θα κάνω το όνομα σου ξακουστό και θα σε δοξάσω εις πάντας τους αιώνας». Ύστερα απ’ αυτή τη Θεϊκή εντολή ο Άγιος έφυγε από την Θεσσαλονίκη σε σχετικά νεαρή ηλικία περίπου 27 ετών και τράβηξε να πάει εκεί όπου τον είχε καλέσει ο Θεός. Στο δρόμο, στα χωριά που συναντούσε δίδασκε ως άλλος απόστολος τους απελπισμένους χριστιανούς να φυλάγουν την πίστη τους.
Φθάνοντας ο Άγιος Νικάνωρ στο όρος Καλλίστρατου και βλέποντας το ήσυχο μέρος ο άγιος έλαβε εσωτερική πληροφορία από τον Κύριο ότι εδώ θα είναι η ασκητική του παλαίστρα. Δόξασε τον Θεόν και άρχισε να επιδίδεται σε ασκητικούς αγώνες. Πέρασαν 16 ολόκληρα χρόνια σκληρού αγώνα με την σάρκα και τους δαίμονες. Αγρυπνίες, νηστείες, κόπους για την αγάπη του Χριστού. Σιωπή, έλλειψη ανθρώπινης παρηγοριάς τον έκανα δοχείο του Άγιου Πνεύματος. Κατόπιν ίδρυσε τη Μονή μεταμορφώσεως του Σωτήρα Χριστού ή Ζάβορδας.
Το ασκηταριό του σώζεται μέχρι σήμερα.
Την Ιερά Μονή ίδρυσε εξ αποκαλύψεως του ιδίου του Χριστού αφού βρήκε εικόνα του Σωτήρος Χριστού κρυμμένη από την εποχή της εικονομαχίας.
Η φήμη του απλώθηκε παντού όπως του είχε πει ο Κύριος. Πλήθος ανθρώπων από τη γύρω περιοχή έτρεχε στο μοναστήρι να ευλογηθεί από τον άγιο ν΄ ακούσουν την ψυχοσωτήρια διδασκαλία το και να θεραπευτούν αφού πολλά ήταν τα θαύματα που έκανε ο όσιος. Ό Άγιος αφού έζησε ενάρετα και αγγελικώς ήρθε ο καιρός να μεταβεί στην άλλη ζωή την αιώνια και αληθινή. Προγνώρισε το θάνατό του και κάλεσε γύρω του μοναχούς και λαϊκούς τους ευλόγησε τους συμβούλεψε και παρέδωσε το πνεύμα του στο Λυτρωτή μας Χριστό στις 7 Αυγούστου 1549 μ.Χ. Οι μοναχοί της Μονής θρήνησαν τον άγιο που τους παρηγορούσε και τον έθαψαν σε παρεκκλήσι της Μονής. Από τότε το αγιασμένο Λείψανο του τελεί ως τα σήμερα πολλά θαύματα.