Περί Θαύματος

Το θαύμα αποτελεί πρόβλημα που έχει να κάνει με την ορθολογική κατανόηση του γεγονότος. Όσοι απορρίπτουν τα θαύματα στηρίζονται ακριβώς στο σημείο αυτό. Όντως βρίσκονται μπροστά αναμφίβολα σ’ ένα γεγονός που συγκρούεται ή είναι ασυμβίβαστο με τη Φυσική Νομοτέλεια. Και αυτοί μπορεί να μην είναι αρνητές του Χριστιανισμού. Ή μπορεί κατά τα υπόλοιπα να δέχονται άλλες «ἁναγκαιότητες» του Χριστιανισμού π.χ. την Κοινωνική του διδασκαλία κ.λ.π. ή μπορεί να ανήκουν σε άλλες ομολογίες, όπως οι Προτεσταντικές όπου η σχολαστική διάσταση επιστήμης και Χριστιανικής διδασκαλίας, όπως παρουσιάζεται στο θαύμα, είναι ένας πραγματικός πειρασμός.

Ακόμη μπορεί να είναι άνθρωποι που τα πάντα θέλουν να τα υποτάξουν στις δυνατότητες τους δικού τους μυαλού. Να ερευνούν και αυτό είναι απόλυτα σεβαστό.

Η ορθόδοξη πίστη δεν ασχολήθηκε ποτέ με το ερώτημα «γίνονται θαύματα;». Στηρίχθηκε στην εμπειρία, την πατερική εμπειρία και προσέγγισε το θαύμα όχι ως ένα απομονωμένο ζήτημα σε σχέση με τη Φυσική Νομοτέλεια, αλλά ως ένα γεγονός που αυτονόητα εντάσσεται στην ιστορία της Θείας Οικονομίας. Οι Ορθόδοξοι πιστεύουμε ότι η ίδια η ιστορία με τις εκπλήξεις της και η ίδια η ζωή με τις ποικίλες διακυμάνσεις της είναι ένα θαύμα.

Βασικό σημείο του θαύματος είναι η φανέρωση της Θείας Δόξης. Είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος που ομιλούν οι συγγραφείς της Κ. Διαθήκης για τα θαύματα του Χριστού, χωρίς εξάρσεις και προσπάθεια να πείσουν, χωρίς ωραιολογία, αλλά διηγούνται θαύματα και εκθέτουν ιστορικά γεγονότα σε μία απόλυτα αρμονική ενότητα.
Σκοπός τους είναι να φανερωθεί η δόξα του Θεού και όχι να καταπλήξουν ή να «εντυπωσιάσουν». Γι’ αυτό και ο Ιησούς όσες φορές προκλήθηκε να κάνει θαύματα μόνο και μόνο για να πειστούν οι άνθρωποι, αρνήθηκε κατηγορηματικά.

Αυτή η φανέρωση της θείας δόξης συντελεί όχι στην κατάργηση ή στην άρση των φυσικών νόμων, αλλά στον τονισμό της Α-ταξίας του κόσμου και στην αποκατάσταση του «ὅπου ἦν τό πρότερο». Ο Θεός έκανε τον κόσμο «Καλά Λίαν», επομένως η όποια εκτροπή του δεν μπορεί να θεωρείται φυσική. Π.χ μία θανατηφόρος αρρώστια, μία φυσική καταστροφή. Μέσα σ’ αυτή την προοπτική κατανοείται και η πρόνοια του Θεού για τον άνθρωπο και τον κόσμο και φανερώνεται ο Θεός όχι απόμακρος και ξένος, αμέτοχος στα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο άνθρωπος, αλλά προσωπικός, συμμέτοχος στην περιπέτειά του στη Ζωή.

Πρωτοπρεσβύτερος Νικ. Στασινόπουλος