Εις Μνήμην Γέροντος Θεοφίλου Ιερομονάχου

9 / 1 / 2016

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ ΝΕΑΠΟΛΕΩΣ

‘’ Δίκαιος εάν φθάση τελευτήσαι, εν αναπαύσει έσται. Γήρας γαρ τίμιον ού το πολυχρόνιον ουδέ αριθμώ ετών μεμέτρηται. Πολιά δε εστί φρόνησις ανθρώποις και ηλικία γήρως βίος ακηλίδωτος. Ευάρεστος τω Θεώ γενόμενος ηγαπήθη και ζων μεταξύ αμαρτωλών μετετέθη. Τελειωθείς εν ολίγω επλήρωσε χρόνους μακρούς. Αρεστή γαρ ην Κυρίω η ψυχή αυτού. Δια τούτο έσπευσεν εκ μέσου πονηρίας.’’

Με αυτά τα λόγια του σοφού Σολομώντος από τα αναγνώσματα της ιεράς ακολουθίας του σήμερον εορταζομένου και τιμωμένου εν αγίοις πατρός ημών Γρηγορίου επισκόπου Νύσσης, τα οποία πρό ολίγου ακούσαμε από το στόμα σας σεβασμιώτατε πάτερ και δέσποτα, ποιμενάρχα της Θεοσώστου και αγιοτόκου ταύτης ιεράς ποίμνης, της ιεράς μητροπόλεως Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας, σεβαστοί και αγαπητοί πατέρες και αδελφοί, φιλέορτοι και ευλαβέστατοι χριστιανοί, θα ήθελα να ξεκινήσω την αποψινή όχι εορταστική, αλλά επιμνημόσυνη ομιλία, η οποία όμως δεν έχει τίποτα το πένθιμο, αφού το πρόσωπο για το οποίο γίνεται, ‘’αρεστή γαρ ην Κυρίω η ψυχή αυτού ’’ και είναι συνυφασμένη θα έλεγε κανείς η ζωή του με την παρουσία σε αυτόν εδώ τον ιερό ναό και του σήμερον εορταζομένου αγίου.

Επιτρέψτε μου όμως πρώτα πριν συνεχίσω, να μεταφράσω το κείμενο από την σοφία Σολομώντος με το οποίο ξεκίνησα, για να μπορέσουμε όλοι να κατανοήσουμε εις βάθος τα πνευματικά νοήματα που απορρέουν μέσα από αυτό για το πρόσωπο για το οποίο θα μιλήσουμε.

Ο δίκαιος εάν συμβεί να αποθάνει προώρως, θα εισέλθει εις αιωνίαν ανάπαυσιν. Ένδοξον γήρας δεν είναι εκείνο το οποίον θα φθάσει εις πολλά χρόνια, ούτε μετράται η αξία του με τον αριθμό των ετών. Λευκά γεροντικά μαλλιά δια τον άνθρωπον είναι όχι τα πολλά έτη, αλλά η σύνεσις. Kαι σεβαστή γεροντική ηλικία δεν είναι η μεγάλη ηλικία αλλά η αγία ζωή. Ο δίκαιος άνθρωπος, επειδή έγινε ευάρεστος εις στον Θεόν, ηγαπήθη υπ’ Αυτού, και επειδή ενταύθα ζούσε εν μέσω αμαρτωλών, μετετέθη εις την άλλην ζωήν. Ο δίκαιος τελειοποιηθείς εν ολίγω χρόνω, συνεπλήρωσε πολλά έτη εναρέτου ζωής. Καθόσον η ψυχή του έγινεν ευάρεστος εις τον Κύριον. Δια τούτο έσπευσε και έφυγε συντόμως εκ μέσου της πονηρίας των ανθρώπων.

Ας μας συγχωρέσει ο σήμερον εορταζόμενος και μεγάλος πατήρ της εκκλησίας μας άγιος Γρηγόριος Νύσσης και ας μη θεωρήσει περιφρόνηση το ότι δεν θα ομιλήσουμε γι’ αυτόν, άλλωστε όλα σήμερα εδώ τελούνται για να μαρτυρήσουν την διαχρονική παρουσία του και το έργο του μέσα στην εκκλησία, και τα πάντα εδώ σήμερα επιβεβαιώνουν την αγιότητά του και την τιμή εις το άγιόν του πρόσωπο. Ο επίσκοπος στον θρόνον του, εις τόπον και τύπον Χριστού, οι ιερείς με τις περίλαμπρες στολές τους πέριξ αυτού, οι ιεροψάλτες με τις κατανυκτικές ψαλμωδίες τους, ο ευσεβής λαός συνεορτάζων και προσευχόμενος μεθ’ ημών και κυρίως η σεπτή και σεβασμία κάρα του Αγίου ανδρός εν μέσω ημών, δηλώνουν τον λόγον της σημερινής πανηγύρεως.

Σε αυτήν λοιπόν σήμερα την πανήγυριν αδελφοί μου, τη σεπτή εντολή του σεβασμιωτάτου μητροπολίτου μας, ο λόγος όπως σας προανέφερα, δεν θα είναι για τον άγιο Γρηγόριο Νύσσης, αφού γι’ αυτόν θα ομιλήσει αύριο εις την Θείαν Λειτουργίαν ο επίσκοπός μας, αλλά θα είναι για τον άγιο της καρδιάς μας. Για τον μακαριστό γέροντα Θεόφιλο Μπουγιουλέκα, ο οποίος μόλις εχθές συνεπλήρωσε τρία έτη από την κοίμησή του και του οποίου το μνημόσυνο θα τελέσουμε αύριο το πρωί στην Θεία λειτουργία. Ευχαριστώ τον σεβασμιώτατο μητροπολίτη μας, που μου έδωσε αυτή την μεγάλη χαρά, την ευκαιρία να εκφράσω αυτά που έχω μέσα στην καρδιά μου για τον γέροντα Θεόφιλο. Ας γίνει η ώρα αυτή για όλους εμάς που ζήσαμε κοντά του, άλλος πολύ και άλλος λιγότερο, μια ενθύμηση ενός οράματος, μιας εμπειρίας που είχαμε στην συνάντησή μας με έναν σύγχρονο άγιο. Η ενθύμηση μιας εύηχης μελωδίας από μια αγγελική φωνή που έμεινε στο μυαλό μας ως κάτι ουράνιο. Ενός λόγου πνευματικού που προέτρεψε κάποια στιγμή την καρδιά μας να αγαπήσει περισσότερο τον Θεόν και να εκτιμήσει τον πλησίον ως εικόνα του Χριστού. Μια γλυκιά γεύση που μας άφησε εκείνο το κομμάτι του παραδείσου, που γευτήκαμε μέσα στην Θεία Ευχαριστία από τα χέρια ενός αγίου ιερέως που μας κοινώνησε κάποτε το σώμα και το αίμα του Χριστού.

Ναι αδελφοί μου! Στο πρόσωπο του γέροντος Θεοφίλου ατενίζαμε την αγιότητα. Ο Γέροντας Θεόφιλος, δεν έζησε απλά μες στην Εκκλησία, αλλά γεννήθηκε μες στην Εκκλησία. Η γέννησή του όπως διηγείται ο ίδιος το 1934 από πρόσφυγες ευλαβείς και εναρέτους γονείς που κατήγοντο από τα Αλάτσατα της Μικράς Ασίας, η συναναστροφή του με αγίους ιερομονάχους αγιορείτες, που προέρχονταν από την μητρόπολη Κρήνης και Αλατσάτων, που πρίν τον μεγάλο διωγμό τροφοδοτούσε ιερείς εις το άγιον όρος, και οι οποίοι έπειτα επέστρεφαν στον κόσμο για να διακονήσουν την Εκκλησία, καθώς και ο πόθος του για την μοναχική ζωή, οδήγησαν τα βήματά του το 1947, σε ηλικία μόλις δεκατριών ετών, στο άγιον όρος. Έγινε δόκιμος και μοναχός στην Ιερά μονή Βατοπεδίου, και αργότερα, στο κελί των Μουτάφηδων όπως λεγότανε στις Καρυές του Αγίου Όρους συνέχισε την άσκησή του στην υπακοή του γέροντος Χαραλάμπους. Το 1951 σε ηλικία δεκαεπτά ετών χειροτονήθηκε διάκονος και το 1953 μετά από βαρυτάτη ασθένεια, έφυγε από το Άγιον Όρος, και διορίστηκε ως διάκονος στην Θεσσαλονίκη και αργότερα στην Τρίπολη όπου εξέτισε την στρατιωτική του θητεία υπηρετών στον Άγιο Βασίλειο. Μετά ήρθε στην Αθήνα όπου χειροτονήθηκε ιερεύς και υπηρέτησε ως εφημέριος στο ορφανοτροφείο του μητροπολίτου Σιατίστης Πολυκάρπου στον Πειραιά. Από του έτους 1968 μέχρι και την κοίμησή του το 2013, υπηρέτησε στον ιερό ναό του Αγίου Ευσταθίου Νεαπόλεως Νέας Ιωνίας. Το 1975 ίδρυσε στην ιερά μητρόπολη Νέας Ιωνίας την Ιερά Μονή Παναχράντου και διορίστηκε ηγούμενος αυτής, από τον μακαριστό μητροπολίτη Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας κυρό Τιμόθεο.

Η ζωή αδελφοί μου του γέροντος Θεοφίλου, από την αρχή μέχρι το τέλος, ήταν μια αδιάκοπη πορεία προς την Βασιλεία του Θεού. Μια συνεχής μαρτυρία της αποστολής της εκκλησίας μέσα στον κόσμο. Και η αποστολή της Εκκλησίας είναι να εμφυσήσει στον άνθρωπο την αγάπη για τον Θεό. Να γεννήσει στην καρδιά του ανθρώπου τον πόθο να αγαπήσει ο άνθρωπος τον Θεόν, αφού ‘’αύτη εστί η πρώτη και μεγάλη εντολή’’ καθώς και τον πλησίον του όπως αγαπά τον εαυτό του. Σε αυτές τις δύο εντολές κρέμεται η ζωή της εκκλησίας. Και ο γέροντας Θεόφιλος ως γνήσιος αγιορείτης αγαπούσε απόλυτα τον Θεόν και σεβότανε το πρόσωπο του πλησίον του. Ως γνήσιος αγιορείτης μετέφερε στον κόσμο το αγιορείτικο πνεύμα της αγάπης των αγιορειτών πατέρων για τον Θεόν. Έλεγε ο ίδιος : Από τότε που πήγα στο άγιον όρος, θεωρούμαι αγιορείτης και αυτό μου αρέσει. Μπορεί να έφυγα από το άγιον όρος όχι γιατί το ήθελα αλλά γιατί αρρώστησα, αλλά δεν έπαψα να πηγαινοέρχομαι στο άγιον όρος. Κάποτε με επισκέφθηκε στον άγιο Ευστάθιο ο γέροντας Γεράσιμος ο μικραγιαννανίτης μαζί με πατέρες από την συνοδεία του για να με δουν, και κάποιος από τους πατέρες μου είπε : πάτερ Θεόφιλε δεν έπρεπε να φύγεις από το άγιον όρος. Σου έκαναν πρόταση να γίνεις ηγούμενος στο Καρακάλου κι εσύ αρνήθηκες. Και τότε ο γέροντας Γεράσιμος τους είπε : ο παπά Θεόφιλος μπορεί να έφυγε από το άγιον όρος αλλά πήρε το άγιον όρος μαζί του. Και έλεγε ο γέροντας: Αυτό, ήτανε το καλύτερο κοπλιμάν που μου έκαναν στη ζωή μου. Κι αυτό άρεσε στον γέροντα γιατί ο γέροντας αισθανότανε αυτό ακριβώς το οποίο έζησε εις το άγιον όρος. Το άγιον όρος είναι ένα κομμάτι της εκκλησίας. Δεν είναι κάτι ξεχωριστό από την εκκλησία. Και οι άνθρωποί του, οι αγιορείτες δηλαδή πατέρες αντικατοπτρίζουν στον κόσμο την μαρτυρία της αγάπης. Αγάπης για τον Θεόν και τους ανθρώπους. Μιας αγάπης που πηγάζει απόλυτα μέσα από την λατρευτική ζωή.

Εάν θα θέλαμε να εμβαθύνουμε στη ζωή του γέροντος Θεοφίλου, θα έπρεπε να ξεκινούσαμε αποκλειστικά και μόνο από την αγάπη του για την λειτουργική ζωή. Τα πάντα στην ζωή του ξεπηδούσαν μέσα από την λειτουργική του εμπειρία που απέκτησε ως αγιορείτης, και τα πάντα ήταν συνδεδεμένα με την λατρευτική και λειτουργική ζωή της εκκλησίας. Ήταν ο άνθρωπος που ύμνησε όσο κανείς άλλος το σκήνωμα του αγίου ενδόξου ιερομάρτυρος Γεωργίου του Νεαπολίτου. Όταν τον έβλεπες να λειτουργεί ως προεξάρχοντα στην ολονύχτια αγρυπνία της μνήμης του, αισθανόσουνα ότι συλλειτουργούσε την ώρα εκείνη με τον άγιο. Η εμπειρία του αυτή, τον κατέστησε πραγματικό φίλο του αγίου Γεωργίου του Νεαπολίτου, και απέκτησε παρρησία ενώπιών του. Κάθε φορά που τον έβλεπες να προσεύχεται στον άγιο, αισθανόσουν ότι συνομιλούσε μαζί του. Και εκείνος σαν να του έκανε όλα τα χατίρια, άφηνε στο πρόσωπό του μια χαμογελαστή έκφραση πνευματικής ικανοποίησης, πράγμα το οποίο του έδινε την δύναμη να συνεχίσει να αγαπά, να ιερουργεί, να υμνεί και να προσεύχεται στο σκήνωμα του αγίου. Να νουθετεί και να νουθετείται δι’αυτού. Να φωτίζει και να φωτίζεται. Να αγιάζει και να αγιάζεται. Ήθελε να προβάλει τον άγιο μέσα από την λειτουργική παράδοση. Και τα κατάφερε. Άλλωστε οι άγιοι προβάλλονται μόνο από αγίους. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την τελευταία του αγρυπνία στον άγιο, μετά και από την εμπειρία που είχε όταν τον είδε να του υπόσχεται ότι θα ζήσει μέχρι να δει την επίσημη ανακήρυξή του υπογεγραμμένη και επικυρωμένη από τον Παναγιώτατο οικουμενικό πατριάρχη στο σιγίλιο που ο ίδιος φιλοτέχνησε. Η αγρυπνία εκείνη, εντός της οποίας διαβάστηκε από το στόμα του μητροπολίτου Προικονήσου Ιωσήφ παρουσία πλήθους ιερέων και λαού η ανακήρυξη του αγίου, ήταν ένα κομμάτι του ουρανού.

Ο γέροντας Θεόφιλος ήταν αυτός που τίμησε όσο κανείς άλλος τον σήμερον εορταζόμενον άγιον Γρηγόριον Νύσσης. Όχι μόνον επειδή συνέθεσε δι’ αυτόν υμνολογικά κείμενα, αλλά και επειδή γνώριζε σχεδόν ολοκληρωτικά την πατερική γραμματεία του μεγάλου ανδρός. Συχνά στα κηρύγματά του, στην εξομολόγηση, αλλά και σε θεολογικές συζητήσεις, χρησιμοποιούσε αποκλειστικά και μόνο την θεολογική σκέψη του αγίου πατρός. Αυτό, τον κατέστησε θα λέγαμε πνευματικό παιδί του αγίου ιεράρχου και κάθε φορά που μιλούσε γι’ αυτόν, αισθανόσουν ότι τον είχε ζήσει σαν πνευματικό του πατέρα, και συμμεριζόταν τους αγώνες του και τον κόπο του για την εδραίωση του ορθοδόξου δόγματος και της ορθοδόξου πίστεως.

Ο γέροντας Θεόφιλος υπήρξε συναθλητής του αγίου Ευσταθίου του πλακίδα και των αγίων Θεοδώρων στην μαρτυρία της εκκλησίας στον κόσμο, των οποίων τεμάχια ιερών λειψάνων υπάρχουν σε αυτόν εδώ τον περικαλλή ναό. Υπήρξε συναθλητής και του αγίου Γεωργίου του τροπαιοφόρου τον οποίον ιδιαιτέρως ευλαβείτω όπως όλοι οι αγιορείτες πατέρες, και συνασκητής του οσίου πατρός Γεωργίου του Καρσλίδου, του οποίου τεμάχιον Ιερού λειψάνου απέκτησε τα τελευταία χρόνια.

Ως αγιορείτης, ο γέροντας ήταν αυστηρός τηρητής της ορθοδόξου παραδόσεως, γι’ αυτό και ο ναός του αγίου Ευσταθίου για σαράντα πέντε ολόκληρα χρόνια, κουβαλούσε αναλλοίωτη την ορθόδοξη θεολογική και λειτουργική παράδοση. Διηγείται ο ίδιος : Κάποτε ρώτησα τον Φώτη Κόντογλου ο οποίος ήταν φίλος μου. Ερχόταν συχνά με την γυναίκα του τη Μαρία και κοινωνούσανε στο μοναστήρι. Είναι πολύ σημαντική η παράδοση; Καμιά φορά κάνουμε και κανά δικό μας. Όχι! Η παράδοση γέροντα είναι το τσόφλι της πίστεως. Άμα στο τσόφλι του αυγού κάνεις έστω και με τη μύτη της βελόνας μια μικρή τρύπα, σιγά σιγά, θα σαπίσει όλο το αυγό. Έτσι είναι και η παράδοση. Εάν παρεκκλίνουμε έστω και λίγο από την παράδοση, σιγά σιγά θα αλλοιωθεί η πίστη μας. Και η αναλλοίωτη πίστη των πατέρων ήταν για τον γέροντα ο μοναδικός σκοπός της αποστολής του μέσα στην εκκλησία.

Όλες αυτές οι παρακαταθήκες που είχε αποκτήσει από τους παλαιούς πατέρες, και που ήταν αυστηρός τηρητής αυτών στην προσωπική του ζωή, απέρρεαν από την λειτουργική εμπειρία του. Τα πάντα στη ζωή του ήταν μια προέκταση της Θείας Ευχαριστίας. Της εμπειρίας που βίωνε μέσα στο Άγιο Θυσιαστήριο. Ήταν αυστηρός με τον εαυτό του και επιεικής με τους άλλους. Ήταν ουράνιος λειτουργός, μα και προσγειωμένος χριστιανός. Ήθελε ο ευσεβής να μην πολύ ευσεβεί όπως έλεγε με χαρακτηριστικό και αλληγορικό τρόπο, ίνα μη ασεβήσει. Ο αμαρτωλος να αμαρτάνει μετά συστολής γιατί και αυτό αρετή εστί έλεγε. Ήθελε τον μετανοούντα να μετανοεί, χωρίς υπερβολή για να μην πλανηθεί. Εν παντί καιρώ και τόπο ο χριστιανός να ατενίζει τον Χριστό, χωρίς να ξεχνάει ότι είναι και άνθρωπος. Κάποτε σε μια εξομολόγηση μου έλεγε : μη δίνεις σημασία στους πειρασμούς. Άσ’ τους να περνάνε. Είχαμε κάποτε στο μοναστήρι ένα γεροντάκι που κάθε μέρα έγραφε στη πόρτα του κελιού του ‘’πειρασμός είναι θα περάσει!’’ Για να το βλέπει κάθε φορά που έμπαινε στο κελί του, να παρηγορείται και να κάνει υπομονή. Μην ασχολείσαι μου έλεγε με τους πειρασμούς και την αμαρτία. Η ουσία της αμαρτίας είναι μία. Η απομάκρυνσή μας από την αγάπη του Θεού. Ο άνθρωπος που αγαπάει τον Θεόν, ούτε θα κλέψει, ούτε θα πορνεύσει, ούτε θα ψευδομαρτυρήσει ούτε καμία άλλη αμαρτία δεν θα πράξει. Και αν θέλεις να μείνεις στην αγάπη του Θεού, να τελείς την Θεία Λειτουργία συνέχεια. Και κάθε μέρα αν μπορείς. Η Θεία Λειτουργία είναι η θύρα του Παραδείσου για τους στρατευομένους χριστιανούς, και ο παράδεισος για τους κεκοιμημένους. Έτι προσφέρομέν σοι την λογικήν ταύτην λατρείαν, υπέρ των εν πίστει αναπαυσαμένων πατέρων, πατριαρχών, προφητών, αποστόλων, κηρύκων, ευαγγελιστών, μαρτύρων, ομολογητών, εγκρατευτών και παντός πνεύματος δικαίου εν πίστει τετελειωμένου. Με αυτά του τα λόγια ξεκαθάριζε με εύκολο και άμεσο τρόπο μέσα στις καρδιές μας, το γιατί πρέπει να αγαπάμε τον Θεόν. Μας έδειχνε δε με λεπτό και διακριτικό τρόπο, τον δρόμο για την μόνη αληθινή ζωή. Τον δρόμο προς την Θεία ευχαριστία που είναι η παρουσία του Κυρίου Ιησού στον κόσμο, και την αγία του εκκλησία την οποία πρέπει να βιώνουμε μέσα μας όχι ως ένα συγκεκριμένο τόπο ενός θρησκευτικού απλά καθήκοντος, αλλά ως τρόπο υπάρξεως, εξαρτήσεως και ζωής.

Γράφει σε έναν ωραίο λόγο του προς τους πατέρες της ιεράς μονής Παναχράντου σε μια παλαιά σύναξη. Η ταπεινοφροσύνη, η υπακοή, η υπομονή, η μετάνοια, η αοργησία, η αγνεία, η πραότητα και απλότητα, η διάκριση, η αποταγή, η προσευχή, η πίστη, η ελπίδα, και κυρίως η αγάπη, είναι αρετές που αποκτιούνται με πνευματικό αγώνα, μέσα στο στάδιο που είναι η εκκλησία. Ζούμε στον κόσμο και διακονούμε την εκκλησία και τον άνθρωπο. Δώσαμε όμως μοναχικές υποσχέσεις. Περί υπακοής, περί υπομονής, περί παραμονής εν τω μοναστηρίω, περί ταπεινώσεως και καρτερίας. Περί υπακοής, εφόσον ζούμε στον κόσμο, να είμεθα υπάκουοι στα κελεύσματα της εκκλησίας και να προσφέρομεν την ανατεθείσαν εις ημάς διακονίαν του εφημερίου μετά πάσης προσοχής, τύποις γενόμενοι τοις πιστοίς εν πάσι. Περί παραμονής εν τω μοναστηρίω μέχρι εσχάτης αναπνοής, εφ’ όσον διακονούμε εν τω κόσμω, να φέρομεν μεθ’ εαυτόν το μοναστήρι και να είναι η παρουσία μας εκεί που είμεθα και ευρισκόμεθα, μαρτυρία περί της μοναχικής μας ιδιότητας. Να είμεθα μοναχοί τω τρόπω και ού τω τόπω. Περί ταπεινώσεως και περί υπομονής και καρτερίας, με υπομονή και καρτερία και ελπίδα εις το Θεόν, να αντιπαρερχώμεθα του επικρατούντος αντιθεϊστικού πνεύματος του κόσμου και στις εκτοξευόμενες συκοφαντίες και κατηγορίες, να ενθυμούμεθα τα λεχθέντα κατά την μοναχική μας κουρά. « Και γαρ πεινάσαι έχεις και διψήσαι και γυμνητεύσαι, υβρισθήναι τε και χλευασθήναι. Ονιδησθήναι τε και διωχθήναι και πολλοίς άλλοις περιαχθήναι λυπηροίς, οίς η κατά Θεόν ζωή κεχαρακτήρισται. Και όταν ταύτα πάντα πάθεις, χαίρε φησίν, ότι πολύς ο μισθός σου, εν τοις ουρανοίς υπάρχει. Η σεμνότις μας, η ταπείνωσίς μας, το φιλακόλουθον και η εν γένει συμπεριφορά μας και τα καλά μας έργα, να λάμπουν έμπροσθεν των ανθρώπων και να δοξάζεται ούτως το όνομα του Πατρός ημών του εν ουρανοίς.

Όπως καταλάβατε αδελφοί μου, ο γέροντας Θεόφιλος βίωνε συνεχώς, μέσα του, το μυστήριο της εκκλησίας και της παρουσίας του Θεού στον κόσμο. Επιτρέψτε μου να σας διαβάσω τα λόγια του από την πνευματική παρακαταθήκη του, κατά την τελευταία του Θεία Λειτουργία που ετέλεσε επί της γης τα Θεοφάνεια του 2013, δύο ημέρες προ της οσιακής κοιμήσεώς του. ‘’ Αδελφοί μου! Είναι όντος μεγάλη η εορτή των Θεοφανείων, η φανέρωσις της Αγίας Τριάδος. Τριάδος η φανέρωσις λέγουν οι πατέρες, εν Ιορδάνη γέγονεν. Ο μέν Πατήρ εφώνησεν ούτος εστίν ο Υιός μου ο αγαπητός. Ο Υιός, το δεύτερον πρόσωπο της Αγίας Τριάδος εβαπτίζετο, και το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος το Πανάγιον Πνεύμα, εν είδει περιστεράς ήλθεν και εκάθησεν επ’ αυτόν δια να φανερώσει την τρισυπόστατον θεότητα, την οποία προσκυνούμεν και δοξάζουμε εμείς οι ορθόδοξοι χριστιανοί. Ας μας καταξιώσει ο Θεός να είμεθα βέβαιοι εις την πίστιν μας. Ας μας δίνει δύναμιν να έχωμεν μέσα εις την ψυχήν μας την Παναγία Τριάδα, η οποία είναι ο αληθινός Θεός και φροντίζει πάντα δια την σωτηρία της ψυχής μας. Ας είμεθα πάντοτε τέκνα αγαπητά της εκκλησίας, δια να έχωμεν την Χάριν του Θεού και την ευλογίαν των Αγίων Πατέρων. Η εκκλησία είναι η μητέρα μας. Χωρίς μητέρα, ούτε οικογένεια υπάρχει, ούτε τίποτα. Όποιος δεν έχει την εκκλησία μητέρα, δεν μπορεί να λέγει τον Θεόν Πατέρα. Η εκκλησία είναι η μητέρα και τροφός μας. Να την αγαπάμε, διότι είναι η μητέρα μας. Ημείς όλοι, έχομεν χρέος και υποχρέωσιν να ακούομεν τα παραγγέλματα της εκκλησίας. Τα παραγγέλματα της εκκλησίας δεν είναι αυστηρά. Είναι όλο αγάπη και όλο καλοσύνη για την ψυχή μας. Εύχομαι τα χρόνια σας να είναι ευλογημένα και χαρούμενα. Εύχομαι από ψυχής όλοι να έχετε εις την ψυχήν σας αγάπη για όλους. Να έχετε εμπιστοσύνη στο θέλημα του Θεού. Το εύχομαι αυτό. Όποιος έχει εμπιστοσύνη στο θέλημα του Θεού, δεν θα του στερήσει ο Θεός παντός αγαθού. Ας είμεθα εμείς εκείνοι, οι οποίοι, ό,τι θέλουμε το ζητούμε από τον Κύριον και ο Κύριος θα μας το δώσει. Η Χάρις και το έλεος του Θεού, να είναι μαζί σας.

Δύο ημέρες μετά από αυτά τα ευλογημένα λόγια, στις 8 Ιανουαρίου του 2013, και αφού πρώτα, έχων απολύτως σώας τας φρένας και εν πλήρη νηφαλιότητι, εβίωσε μια πνευματική εμπειρία στο κελί του στην Ιερά μονή Παναχράντου όπου και διέμενε, να λάβει μέρος σε μια υπερουράνια Θεία Λειτουργία και να προδεί το τέλος του, παρέδωσε οσιακώς την αγία του ψυχή εις τον Άγιον Θεόν και κατετάγη εν σκηναίς αγίων και δικαίων. Το σεπτόν οικουμενικό μας Πατριαρχείο, μετά από απόφαση της ιεράς συνόδου, για να τιμήσει την προσφορά και το έργο του στην ορθόδοξη εκκλησία, τον αναβίβασε εις μέγαν αρχιμανδρίτην του οικουμενικού θρόνου.

Ευχηθείτε σεβασμιώτατε πάτερ και δέσποτα. Μέσα από την αρχιερατική σας καρδία, η οποία έχει παρησίαν εις τον Θεόν, αφού κάθεστε σε δεσποτικήν καθέδραν ευρισκόμενος εις τόπον και τύπον Χριστού, να μας αξιώσει ο Άγιος Θεός να λάβωμεν και εμείς στην ζωή μας τα χαρίσματα και τις αρετές του μακαριστού γέροντος Θεοφίλου. Να γεννηθεί μέσα μας ο πόθος της αγάπης του Θεού. Ο Θείος έρωτας που πλημύριζε την καρδιά του γέροντος. Η αγάπη για την λειτουργική ζωή. Η συνεχής και αδιάκοπη μετάνοια και ταπεινοφροσύνη του. Η αγάπη για τον πλησίον. Η οικονομία και η συγχωρητικότητα. Ο καλός λογισμός των πραγμάτων. Η προσευχή ως μια αδιάκοπη εργασία και επικοινωνία με τον Θεόν. Ευχηθείτε, ο γέροντάς μας, ο άγιος της καρδιάς μας, να είναι ικέτης εις τον Θεόν για τον κάθε έναν από εμάς. Και όταν έρθει η ώρα να μας καλέσει και εμάς ο Θεός στην κρίση του, αυτός που σήμερα βρίσκεται πρεσβευτής κοντά στον θρόνο του Θεού, υπό την σκέπην της Κυρίας Θεοτόκου όπως συνήθιζε να την αποκαλεί, ανάμεσα στους αγίους που τόσο αγάπησε στην ζωή του, να μας περιμένει εκεί, στην θύρα της Επουρανίου Βασιλείας, φορεμένος τα αγιορείτικα ιερατικά του άμφια, και με την καλλικέλαδη φωνή του να μας καλωσορίζει, όπως όταν μας υποδεχόταν στην πόρτα της Παναχράντου με εκείνο το οσιακό χαμόγελο γεμάτο αγάπη για να λειτουργήσουμε και μετά να ευφρανθούμε στην τράπεζα της αγάπης του. Να μας πιάσει από το χέρι, και χωρίς να ξεχωρίσει κανέναν να μας οδηγήσει όλους στην ουράνια Θεία Λειτουργία και την τράπεζα της Βασιλείας του Θεού, όπου ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, προσφέρων και προσφερόμενος και προσδεχόμενος και διαδιδόμενος, θα μας κάνει κοινωνούς της ουρανίου μακαριότητος και δόξης του, δια πρεσβειών του οσίου πατρός και γέροντος ημών Θεοφίλου Ιερομονάχου του αγιορείτου. Αμήν.

Ας έχουμε την ευχή του.