Μητροπολίτης κ. Γαβριήλ: «Η μελλοντική μας πορεία εξαρτάται από τη διατήρηση της μνήμης και της ιστορίας μας»

Συνέντευξη του Μητροπολίτου κ. Γαβριήλ στο «Έθνος της Κυριακής» για το θέμα της ονομασίας της ΠΓΔΜ.

«Δεν χωρεί καμία αμφισβήτηση στα συνθετικά στοιχεία της ταυτότητας των Ελλήνων. Η μελλοντική μας πορεία εξαρτάται και από τη διατήρηση των ιστορικών μας πολιτισμικών και εθνικών κεκτημένων» επισήμανε σε συνέντευξή του στο «Έθνος της Κυριακής» ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας κ. Γαβριήλ, αναφερόμενος στο επίκαιρο θέμα της ονομασίας της ΠΓΔΜ.

Στη συνέντευξή του ο Σεβασμιώτατος ξεκαθαρίζει πως η Εκκλησία δεν έχει στόχο, ούτε ποτέ επιδιώκει να έχει πολιτική παρέμβαση, πολύ περισσότερο δε στα θέματα εξωτερικής πολιτικής. Στο τέλος της συνέντευξής του ο κ. Γαβριήλ προσθέτει πως η Ελλάδα μπορεί να ξαναγεννηθεί, επενδύοντας στην εκπαίδευση και τον πολιτισμό, ως βασικούς πυλώνες ανάπτυξης και προόδου.

Στην ερώτηση της δημοσιογράφου του Έθνους εάν η Εκκλησία έχει δικαίωμα να ομιλεί και να τοποθετείται για όλα τα ζητήματα που αφορούν και δοκιμάζουν το ποίμνιο της ο κ. Γαβριήλ τόνισε:
«Η Εκκλησία, πέραν της πνευματικής προσφοράς της, που αποτελεί και τον κύριο ρόλο της, συνιστά έναν βασικό πυλώνα της πατρίδας μας, έχοντας τεράστια ιστορική πορεία και ταυτόχρονα προσφορά εθνική, πολιτιστική και εκπαιδευτική. Οι σχέσεις Ορθόδοξης Εκκλησίας και Πολιτείας είναι συνυφασμένες με την ταυτότητα του Έλληνα. Είναι δικαίωμα του καθενός να μην πιστεύει στον Θεό, κανένας ωστόσο δεν μπορεί να αγνοήσει την ιστορική αυτή συνύπαρξη και τη σπουδαία συμβολή της Εκκλησίας στη σμίλευση του έθνους μας. Από τη Μεταπολίτευση κιόλας, με το Σύνταγμά μας, αυτές οι σχέσεις έχουν μπει σε μια λογική που ονομάζεται σχέσεις συναλληλίας, με ρόλους για τις δύο πλευρές απόλυτα διακριτούς. Η ελληνική Πολιτεία διαχρονικά στέκεται στον όρο διακριτοί και κανείς δεν αναφέρεται στην ουσία αυτών των ρόλων.

Οι ρόλοι αυτοί ασκούνται από πρόσωπα, είτε πολιτικά είτε εκκλησιαστικά. Αν αυτήν τη στιγμή, λοιπόν, ως Εκκλησία και ως πρόσωπο που διακονεί το ποίμνιό του βρεθώ μπροστά σε θέματα που το απασχολούν, βεβαίως και θα πρέπει να είμαι κοντά του. Να μιλήσω και να το στηρίξω. Αυτό δεν σημαίνει ότι πολιτικολογώ ή ασκώ κριτική σε πολιτικά πρόσωπα. Δεν είναι αυτή η θέση και ο ρόλος της Εκκλησίας. Δεν μπορώ, όμως, όταν βλέπω ότι υπάρχει πείνα, κοινωνική αδικία, να μην είμαι παρών. Τότε δεν ανταποκρίνομαι στον ρόλο μου ως κληρικός και ποιμένας των ανθρώπων».

Σχετικά για το «ποιες είναι οι ιδανικές σχέσεις Εκκλησίας και Κράτους» ο Σεβασμιώτατος υπογράμμισε πως «υπάρχουν πολλά παραδείγματα στο παρελθόν που έχουν αποδείξει ότι οι σχέσεις των δύο πλευρών μπορούν να λειτουργήσουν χωρίς να δημιουργούνται προβλήματα. Πάντοτε, όμως, υπό μία προϋπόθεση: να μην υπάρχουν προσωπικές επιδιώξεις. Πολιτικών προσώπων που θέλουν να αναμειγνύονται στις εκκλησιαστικές υποθέσεις και εκκλησιαστικών προσώπων που θέλουν να μπαίνουν αμιγώς σε χωράφια πολιτικά».

«Με εκφράζει απόλυτα το ανακοινωθέν»
«Προσωπικά με εκφράζει το ανακοινωθέν της Ιεράς Συνόδου, δίχως να προσθέσω κάτι περαιτέρω» τόνισε ο Μητροπολίτης κ. Γαβριήλ στη συνέντευξή του. «Εμπιστεύομαι απόλυτα», είπε, «την ποιμαντική μέριμνα και αγωνία τόσο του Αρχιεπισκόπου όσο και των ιεραρχών μελών της παρούσης Συνόδου για το μείζον αυτό εθνικό μας ζήτημα. Η αγωνία που εξέφρασαν ο Αρχιεπίσκοπος και οι αρχιερείς μας αντανακλούν τις ανησυχίες και τον προβληματισμό του κόσμου, είτε βρίσκεται στη Μακεδονία είτε στην υπόλοιπη Ελλάδα. Το τόνισα και προηγουμένως: η Εκκλησία δεν έχει στόχο, ούτε επιδιώκει να έχει πολιτική παρέμβαση, ακόμη περισσότερο σε θέματα εξωτερικής πολιτικής. Οφείλει, όμως, να εκφράζει με τον λόγο της τις αγωνίες των συμπολιτών μας για το μέλλον της πατρίδας, της εθνικής μας ακεραιότητας και του σεβασμού στη μνήμη της πολύπαθης Ιστορίας μας. Στο συγκεκριμένο ζήτημα πρέπει πάντοτε, βεβαίως, να έχουμε στον νου μας ότι δεν χωρεί καμία αμφισβήτηση στα συνθετικά στοιχεία της ταυτότητας των Ελλήνων. Η μελλοντική μας πορεία εξαρτάται και από τη διατήρηση των ιστορικών μας πολιτισμικών και εθνικών κεκτημένων».

«Χρειάζεται ειρηνική επανάσταση»
Στην ερώτηση πως «αυτή η απελπισία τού σήμερα πώς μπορεί να αλλάξει και να γίνει ελπίδα» ο κ. Γαβριήλ σημείωσε πως χρειάζεται να κάνουμε μία «ειρηνική επανάσταση». Συγκεκριμένα είπε: «Ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας κ. Αναστάσιος, ένας ιεράρχης που σέβομαι βαθύτατα, με τεράστια προσφορά στην Ορθόδοξη Εκκλησία και στον κόσμο γενικότερα, σε μια πρόσφατη συνέντευξή του κάλεσε τους ανθρώπους σε μια ειρηνική επανάσταση. Αυτό ακριβώς χρειαζόμαστε. Και τι σημαίνει αυτό Μπορείς να είσαι τυπικός στα ραντεβού σου, ουσιαστικός στις επιλογές σου, να σέβεσαι τον συνάνθρωπό σου, να λες αλήθεια στον ή στη σύντροφό σου, να μη βρίσκεις οποιαδήποτε δικαιολογία για να καλύψεις το λάθος σου Μάθαμε να πιστεύουμε ότι είμαστε μοναδικοί. Δεν λειτουργούν τα πάντα γύρω από εμάς. Πρέπει να σκεφτόμαστε ως κοινωνία προσώπων και όχι ως αυτόνομες μονάδες. Να πορευόμαστε με το εμείς και όχι με το εγώ . Η εγωιστική προσέγγιση σε καθετί που ζούμε προκαλεί την απώλεια της ελπίδας. Η ελπίδα δεν είναι κάτι ασχημάτιστο ή μια θεωρητική έννοια. Η ελπίδα είναι κάτι ρεαλιστικό. Είναι πίστη, εμπιστοσύνη στον Θεό και τους ανθρώπους. Να κάνουμε όλοι μας αυτό που έχουμε επιλεγεί να κάνουμε, όσο καλύτερα μπορούμε. Δεν χρειάζονται μεγάλα πράγματα για να αλλάξει ο κόσμος μας. Όπως πολύ όμορφα λέει και ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, δεν είναι δύσκολο να αλλάξεις τη ζωή σου, φτάνει να αρχίσεις να σκέφτεσαι τον άλλον».

Εκπαίδευση και πολιτισμός
Σχετικά με το όραμά του, τέλος για την Ιερά Μητρόπολη Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας υπογράμμισε πως «τα τελευταία χρόνια η Εκκλησία έχει αναπτύξει ένα μεγάλο δίκτυο ανακούφισης αδελφών μας που έχουν πληγεί από την κρίση. Ο καθένας ξέρει ότι η Εκκλησία με τα συσσίτια και με τα ιδρύματά της καλύπτει καθημερινά μια πάρα πολύ μεγάλη μερίδα ανθρώπων που δεν διαθέτουν τα στοιχειώδη για την επιβίωσή τους. Στη Μητρόπολή μας έχουμε ήδη δημιουργήσει τρεις παιδικούς σταθμούς, ετοιμάζουμε σύντομα τον τέταρτο και ξεκινάμε να χτίζουμε τον πέμπτο. Έχουμε, επίσης, δύο δομές για άτομα τρίτης ηλικίας και προγραμματίζουμε και μία τρίτη. Το όραμά μου, όμως, αυτήν τη στιγμή δεν εξαντλείται στα συσσίτια, που ασφαλώς είναι κι αυτό μια σπουδαία δράση, μια κίνηση αγάπης προς τον συνάνθρωπο. Αυτό που ονειρεύομαι και στο οποίο πιστεύω ότι πραγματικά υπάρχει κενό είναι o τομέας της εκπαίδευσης και του πολιτισμού. Για να μπορέσουν να λειτουργήσουν αυτά τα δύο χρειάζεται να ενεργούμε και έχοντας μια πνευματικότητα, μια ορθή τοποθέτηση για το πώς βλέπουμε τον Θεό και τον εαυτό μας. Αν θέλουμε μια καλύτερη Ελλάδα, σε αυτά πρέπει να επενδύσουμε. Στα παιδιά μας χρειάζεται να πούμε μόνο την αλήθεια, ώστε να τα βοηθήσουμε να σταθούν στα πόδια τους. Η Εκκλησία αυτό που μπορεί να προσφέρει σήμερα είναι ο αληθινός λόγος, ο λόγος της εμπιστοσύνης, η απόλυτη και αδιάκριτη αγάπη».